Ο π. Δημήτριος Στανιλοάε γεννήθηκε στις 16 Νοεμβρίου 1903 στο Βλαντένι και περάτωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στο Μπρασόβ. Σπούδασε θεολογία στη Σχολή Cernauti (1922-1927) στην πρωτεύουσα της τότε Ρουμανικής Βυkovina. Ως σπουδαστής ήταν πρωταρχικά και δικαιολογημένα απορροφημένος από την ομολογητική ταυτότητα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, που, στις βόρειες περιοχές της Ρουμανίας, έβγαινε από μία μακροχρόνια πάλη επιβιώσεως από ένα καθεστώς υπεροχής Ρωμαιοκαθολικισμού ή Προτεσταντισμού της Ουγγαρίας, Στο τέλος της δεκαετίας του 1920 παρουσίασε την πτυχιακή διατριβή στο θέμα «Το Βάπτισμα των Νήπιων» και τη διδακτορική διατριβή «Η ζωή και η δραστηριότητα του Πατριάρχου Ιεροσολύμων Δοσιθέου». Μετά από μία σχετικά σύντομη διαμονή στο εξωτερικό όπου σπούδασε στην Αθήνα, στο Μόναχο, στο Βερολίνο και στο Παρίσι, ο π. Δημήτριος άρχισε μια μακρά σταδιοδρομία ως καθηγητής πανεπιστημίου, εφημέριος τότε, στη θεολογική Σχολή Sibiu, στην Τρανσυλβανία (1929-1946).
Κατά τήν περίοδο αυτή η σκέψη και μεθοδολογία του υπέστη ουσιαστική και δημιουργική αλλαγή. Το 1930 δημοσίευσε μετάφραση στη Ρουμανική του τότε καθιερωμένου εγχειριδίου δογματικής θεολογίας του Ανδρούτσου, ενός δείγματος βασικά Λατινίζουσας, σχολαστικής προσεγγίσεως της θεολογίας. Αλλά σύντομα εστράφη αποφασιστικά προς την μελέτη των Ελλήνων Πατέρων. Το 1938 δημοσιεύθηκε στο Sibiu το σύντομο αλλά συνήθως καλά θεμελιωμένο βιβλίο για «Τη ζωή και τη διδασκαλία του Αγ. Γρηγορίου του Παλαμά». Το όραμα του Στανιλοάε για τον Θεό και τον προορισμό του ανθρώπου εγκαταλείπει τις Δυτικές ιδέες που σχηματίσθηκαν κατά την Μεταρρύθμιση και την Αντι-μεταρρύθμιση: ανακάλυψε την σωτηριολογία των Ελλήνων Πατέρων, τις διαστάσεις της θεανθρώπινης κοινωνίας και μεταμορφώσεως του κόσμου. Το βιβλίο του Ιησούς Χριστός, ή, η Αποκατάσταση του Ανθρώπου (1943) έφερε αυτή την ανακάλυψη σ’ ευρύτερο αναγνωστικό κοινό και καθόρισε τον Στανιλοάε ως πρωτοπόρο θεολογικής και πνευματικής αναγεννήσεως στη Ρουμανία,
Η τραγωδία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και οι ριζικές πολιτικές αλλαγές που ακολούθησαν δεν ήταν δυνατόν παρά να επηρεάσουν τις θεολογικές δραστηριότητες του π. Στανιλοάε. Αφιέρωσε τον περισσότερο χρόνο του σε μια σιωπηρή διακήρυξη για το «μόνο αναγκαίο πράγμα» και μέχρι το 1948 παρουσίασε τους πρώτους τρεις τόμους στη Ρουμανική (με ανάπτυξη και υποσημειώσεις) της Φιλοκαλίας, την πασίγνωστη σύνοψη πατερικών κειμένων για την προσευχή. Έτσι το όνομά του συνδέθηκε αδιάσπαστα με την μοναστική αναγέννηση στη Ρουμανία μεταπολεμικά, αν και ο π. Δημήτριος ήταν έγγαμος, εφημέριος ιερέας.
Το 1946 άρχισε να διδάσκει στο θεολογικό Ινστιτούτο του Βουκουρεστίου, που τώρα είναι ανεξάρτητο από το Δημόσιο Πανεπιστήμιο. Η Ιδιαίτερη θέση της Ρουμανικής Εκκλησίας στο νέο καθεστώς ακόμη άφηνε περιθώρια για τη δημοσίευση πολλών τόμων της Φιλοκαλίας άλλα και σημαντικών θεολογικών έργων: Ορθόδοξο Χριστιανικό Δόγμα (1952) και Εγχειρίδιο Δογματικής και Συμβολικής Θεολογίας (δύο τόμοι, 1958).
Τα χρόνια 1958-1962 παρουσιάζουν ένα πενταετές κενό στη βιογραφία του π. Δημητρίου, κάτι που δεν ήταν ασύνηθες για πολλούς Χριστιανούς ηγέτες την περίοδο εκείνη, όχι μόνο στη Ρουμανία, αλλά και σε άλλες Βαλκανικές χώρες και στη Σοβιετική Ένωση.
Μετά την επιστροφή του στο διδακτικό του έργο στο Ινστιτούτο το 1963, ο Στανιλοάε άρχισε πάλι το συνήθως παραγωγικό του έργο. Το κύριο μέλημά του μπορεί να φαίνεται παράδοξο από την πλευρά ενός εκδότη μοναστικών κειμένων: αγωνίζεται να προσλάβει σε μία εξισορροπημένη Ορθόδοξη θεολογία το σύνολο της δημιουργίας, τον κόσμο και τον ανθρώπινο πνευματικό πολιτισμό. Συχνά αναφερόμενος στον Άγ. Μάξιμο τον Ομολογητή και το δόγμα του για τον δημιουργικό Λόγο, ο Στανιλοάε πάντοτε θεωρεί την ενσάρκωση ως την βάση της τελικής και ολικής μεταμορφώσεως του κόσμου. Κάποτε επικρίθηκε για την οντολογική αισιοδοξία του και την άρνησή του να στοχαστεί πάνω στην εσωτερική ρήξη της δημιουργίας σαν αποτέλεσμα της Πτώσεως, ο π. Στανιλοάε παραμένει με το παράδειγμα της ζωής του και την καρτερικότητα της μαρτυρίας του, ένας θεολόγος της ελπίδας. Εφαρμόζοντας την ίδια θετική προσέγγιση στο θέμα της σχέσεως μεταξύ Ορθοδοξίας και Δυτικού Χριστιανισμού, παρουσιάζει την αλήθεια των πεποιθήσεων του -χωρίς συμβιβασμούς- σαν μία απελευθερωτική λύση για όλους μάλλον παρά σαν κρίση των άλλων.
Επί μισό αιώνα σχεδόν στη Ρουμανία, ο Στανιλοάε πολέμησε τον στερεότυπο σχολαστικισμό που θα μπορούσε ν’ αντικαταστήσει την ουσία και τη φαντασία με κενή ακαδημαϊκή αυτάρκεια. Αυτό το έκανε στο όνομα μιας αληθινά «καθολικής» και δυναμικής Ορθοδοξίας. Εκτός από πολλά δευτερεύοντα άρθρα που δημοσιεύθηκαν σε περιοδικά, τα έργα του πιο σημαίνοντος και δημιουργικού Ρουμάνου θεολόγου της εποχής μας, π. Δ. Στανιλοάε, έχουν παραμείνει γενικώς άγνωστα.